- εκπετομαι
- ἐκπέτομαιἐκ-πέτομαι(aor. 2 ἐξέπτην) вылетать, улетать
(τινος Batr.; θὺραζε Hes.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(τινος Batr.; θὺραζε Hes.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
εκπέτομαι — ἐκπέτομαι και ἐκπέταμαι (Α) 1. πετώ και φεύγω 2. απομακρύνομαι, χάνομαι, εξαφανίζομαι 3. φρ. «ἐκπέτομαι περί τι ή τινά» πετώ γύρω γύρω … Dictionary of Greek
ἐξέπταν — ἐκπέτομαι fly out aor ind act 3rd pl (epic) ἐξέπτᾱν , ἐκπέτομαι fly out aor ind act 3rd pl (doric) ἐκπέτομαι fly out aor ind act 1st sg (epic) ἐξέπτᾱν , ἐκπέτομαι fly out aor ind act 1st sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξιπτάμενον — ἐκπέτομαι fly out pres part mp masc acc sg ἐκπέτομαι fly out pres part mp neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξέπτα — ἐκπέτομαι fly out aor ind act 3rd sg (epic) ἐξέπτᾱ , ἐκπέτομαι fly out aor ind act 3rd sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκπετήσονται — ἐκπέτομαι fly out fut ind mid 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκπετόμενα — ἐκπέτομαι fly out pres part mp neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκπετόμενοι — ἐκπέτομαι fly out pres part mp masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκπετόμενος — ἐκπέτομαι fly out pres part mp masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκπτησόμενοι — ἐκπέτομαι fly out fut part mid masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκπτᾶσα — ἐκπέτομαι fly out aor part act fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκπτῆναι — ἐκπέτομαι fly out aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)